Υπάρχουν πολλοί που αυτοονομάστηκαν ναυαγοσώστες του Έθνους ή των ιδεωδών του. Κοινωνιολογούντες κήρυκες που είχαν αναλάβει εργολαβικά την αναμόρφωση μας.
Οι αποφάσεις τους παραμένουν άταφες. Η Ιστορία και ο χρόνος , θα μαδήσουν αδησώπητα την ετυμηγορία πολλών από αυτούς.Μέχρι τότε , μας έτυχε να πάμε αντάμα τους και να έχουμε φθάσει, εδώ που φθάσαμε.
Εμείς τα γνήσια παιδιά του διχασμού , του ειρηνικού εμφυλίου των τριάντα τόσων χρόνων από την πτώση της δικτακτορίας μέχρι σήμερα. Τα παιδιά της εκκρεμότητας, που από την μεταπολίτευση και μετά , ποτέ δεν έκλεισε. Παιδιά μιας εσωτερικής εμφύλιας σύρραξης, που την κουβαλούσαμε πάντα μέσα μας , έτοιμη να ενεργοποιηθεί κυρίως κοντά στην οποιαδήποτε απογείωση μας.
Κρυφά ή φανερά τα αρμοτολίκια του τότε γίνανε κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες του σήμερα. Αφαίμαξαν τον γενικό κορβανά και μείναμε να τους κοιτάμε άπραγοι , τρώγωντας τις σάρκες μας και τις αντιλήψεις μας σε μια υπόγεια και υποχθόνια αντιπαλότητα. Σαν νυχτερινοί ναυαγοί
, σε πλατεία που επίμονα , προσποιείται την κοσμική από την γέννηση της. Στα ίδια τραπεζάκια, τα ίδια πρόσωπα, που πολύ νεώτερα , τα είχαμε κάπου καληνυχτίσει , εκεί ανάμεσα στο 70 και στο 80. Κατά πως φαίνεται ιδιοκτησία , τα είχανε τα τραπεζάκια ή κληρονομιά από τις ισχυρές τους οικογένειες. Όπως παλιά τα στασίδια των καλών οικογενειών στις εκκλησιές ,με τους αγίους των ίδιων καλών οικογενειών. Τα ίδια άτομα , να προσπιούνται , πως δεν παρήλθαν οι χρόνοι εκείνοι. Έτσι σαν τα επιδιορθωμένα γυναικεία πρόσωπα, με την επιχρήμασι συνενοχή των γιατρών , που γνωρίζουν τον τρόπο να βαλσαμώνουν.
Οι βαλσαμωμένοι , που πιστεύουν πως η ζωή τους ωφείλει, εμείς όλοι τους ωφείλουμε για να τους αποπλύνουμε από το τεράστιο ανεπάγγελτο κενό τους. Αυτοί οι μέγιστοι μεσίτες.Και όσοι δεν υπάρχουν πια, μετέφεραν και κληροδότησαν το πνεύμα τους, τις περισσότερες φορές στους φυσικούς τους κληρονόμους. Ε, να τελειώνουμε με τους βαλσαμωμένους και τα κληρονομημένα τραπεζάκια τους.
Εμείς οι ασταθείς. Οι διχοτομημένοι από μια βαθειά, σπλαχνική σχάση. Κληρονομιά και αυτή , η εθνική μας αρρώστια, παραμένει μέσα μας και αλλοιώνει το είδωλο μας στον καθρέφτη. Η ασθένεια της εκκρεμότητας που δεν έκλεισε όταν έπρεπε και διαιωνίζεται, μπλοκάροντας τον χρόνο μονάχα στον παρόν.Και μπλοκαρισμένοι στο παρόν, χωρίς αναπολήσεις από το παρελθόν, δυσκολευόμαστε να πάρουμε την εικόνα μας από μέσα μας. Μένουμε αιχμάλωτοι της εικόνας που μας δίνει το περιβάλλον και τρομάζουμε με το μούδιασμα των αγορών και τον βηχαλάκι των δεικτών. Πόσο δύσκολο έχουμε τα κρυφά και τα φανερά μας όνειρα να γίνουν ένα.
Οι αποφάσεις τους παραμένουν άταφες. Η Ιστορία και ο χρόνος , θα μαδήσουν αδησώπητα την ετυμηγορία πολλών από αυτούς.Μέχρι τότε , μας έτυχε να πάμε αντάμα τους και να έχουμε φθάσει, εδώ που φθάσαμε.
Εμείς τα γνήσια παιδιά του διχασμού , του ειρηνικού εμφυλίου των τριάντα τόσων χρόνων από την πτώση της δικτακτορίας μέχρι σήμερα. Τα παιδιά της εκκρεμότητας, που από την μεταπολίτευση και μετά , ποτέ δεν έκλεισε. Παιδιά μιας εσωτερικής εμφύλιας σύρραξης, που την κουβαλούσαμε πάντα μέσα μας , έτοιμη να ενεργοποιηθεί κυρίως κοντά στην οποιαδήποτε απογείωση μας.
Κρυφά ή φανερά τα αρμοτολίκια του τότε γίνανε κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες του σήμερα. Αφαίμαξαν τον γενικό κορβανά και μείναμε να τους κοιτάμε άπραγοι , τρώγωντας τις σάρκες μας και τις αντιλήψεις μας σε μια υπόγεια και υποχθόνια αντιπαλότητα. Σαν νυχτερινοί ναυαγοί
, σε πλατεία που επίμονα , προσποιείται την κοσμική από την γέννηση της. Στα ίδια τραπεζάκια, τα ίδια πρόσωπα, που πολύ νεώτερα , τα είχαμε κάπου καληνυχτίσει , εκεί ανάμεσα στο 70 και στο 80. Κατά πως φαίνεται ιδιοκτησία , τα είχανε τα τραπεζάκια ή κληρονομιά από τις ισχυρές τους οικογένειες. Όπως παλιά τα στασίδια των καλών οικογενειών στις εκκλησιές ,με τους αγίους των ίδιων καλών οικογενειών. Τα ίδια άτομα , να προσπιούνται , πως δεν παρήλθαν οι χρόνοι εκείνοι. Έτσι σαν τα επιδιορθωμένα γυναικεία πρόσωπα, με την επιχρήμασι συνενοχή των γιατρών , που γνωρίζουν τον τρόπο να βαλσαμώνουν.
Οι βαλσαμωμένοι , που πιστεύουν πως η ζωή τους ωφείλει, εμείς όλοι τους ωφείλουμε για να τους αποπλύνουμε από το τεράστιο ανεπάγγελτο κενό τους. Αυτοί οι μέγιστοι μεσίτες.Και όσοι δεν υπάρχουν πια, μετέφεραν και κληροδότησαν το πνεύμα τους, τις περισσότερες φορές στους φυσικούς τους κληρονόμους. Ε, να τελειώνουμε με τους βαλσαμωμένους και τα κληρονομημένα τραπεζάκια τους.
Εμείς οι ασταθείς. Οι διχοτομημένοι από μια βαθειά, σπλαχνική σχάση. Κληρονομιά και αυτή , η εθνική μας αρρώστια, παραμένει μέσα μας και αλλοιώνει το είδωλο μας στον καθρέφτη. Η ασθένεια της εκκρεμότητας που δεν έκλεισε όταν έπρεπε και διαιωνίζεται, μπλοκάροντας τον χρόνο μονάχα στον παρόν.Και μπλοκαρισμένοι στο παρόν, χωρίς αναπολήσεις από το παρελθόν, δυσκολευόμαστε να πάρουμε την εικόνα μας από μέσα μας. Μένουμε αιχμάλωτοι της εικόνας που μας δίνει το περιβάλλον και τρομάζουμε με το μούδιασμα των αγορών και τον βηχαλάκι των δεικτών. Πόσο δύσκολο έχουμε τα κρυφά και τα φανερά μας όνειρα να γίνουν ένα.
Κι όμως έχω εαυτό ,σημαίνει σκέφτομαι , μπορώ να κρίνω και δεν με απορροφά , δεν με καταβροχθίζει το περιβάλλον και οι συνθήκες. Αντέχω ταυτόχρονα την θλίψη , την μοναξιά και τον θυμό μου αλλά και την αγάπη μου και την ελπίδα μου .Αντέχω και μονιάζω τα πιο αντιφατικά συναισθήματα. Γιατί η μάνα που με έχασε , είναι η ίδια με την μάνα που με γέννησε . Η μάνα που με ξέχασε , είναι η ίδια με την μάνα που με τάισε. Ό,τι ξεχνάμε, θέλουμε να το ξεχνάμε για να συντονιζόμαστε στην αυτολύπηση μας , σε μια αόρατη δέσμευση μας στο παρελθόν , σε μια βαθειά νοσταλγία προς κάτι που εγκαταλείψαμε κακήν κακώς.
Παραπλεύρως των εθνικών εκλογών μας, το μυαλό μου τρέχει σε όλους αυτούς, που ξέρω πως ονειρεύονται ένα αύριο ελεύθερο από τις εμμονές του σήμερα. Με ζητούμενη την ελπίδα για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη μακριά από εκλογικούς μηχανισμούς διαχείρησης της λαικής θέλησης. Ελπίζω και εύχομαι την Κυριακή να σπάσουμε την παθογένεια της παθητικής, αστικής ,υπνοβατικής μας συμπεριφοράς. Να διαλύσουμε τις σταθερές του νοσηρού συντηρητισμού μας που μας ακυρώνουν κάθε επαναστατικό μας βήμα. Μήπως έτσι καταφέρουμε και ακουμπήσουμε το αιχμάλωτο παρελθόν μας , στο παρόν μας και το αφήσουμε να ησυχάσει.
Το μέγεθος της ήττας ή της νίκης το αποφασίζει η ευαισθησία μας. Κάπου εδώ τα παιδιά της εκκρεμότητας , πρέπει να κλείσουν τους παλιούς λογαριασμούς τους. Μιας και κάποιες αποφάσεις παραμένουν άταφες και τύχες δεν υπάρχουν πια.
Ανν Λου
Φωτογρφία Andre Kertesz
Ανν Λου
Φωτογρφία Andre Kertesz
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου