Του Μάκη Πανώριου
Ακόμη κι όταν η Φανταστική Λογοτεχνία
δίνει την εντύπωση ότι εκτρέπεται σε σουρεαλιστικούς, «εξωφρενικούς»
μύθους που προσιδιάζουν στο παραμύθι, αφηγούμενη ιστορίες που
υπερβαίνουν τον ρεαλισμό και τον νατουραλισμό, στο βάθος τους εύκολα
μπορεί να ανιχνεύσει ο αναγνώστης τη φιλοσοφική, και όχι μόνο,
προβληματική –και ανάγκη– που έχουν υπαγορεύσει τη συγκεκριμένη
επινόησή τους, τουλάχιστον σε επίπεδο λογοτεχνικού είδους με
συγκεκριμένα σύμβολα.
Υπό το πρόσχημα του παράξενου, του
αλλόκοτου, του μη....«φυσιολογικού», που εμφανίζονται ως εκφάνσεις μιας
αδιανόητης πραγματικότητας, υπερρεαλιστικά σχήματα δηλαδή ιστοριών που
παγιδεύουν τον αναγνώστη στην εξωλογική μαγεία τους, εξαιτίας της
ρεαλιστικής διαπραγμάτευσής τους, ο συγγραφέας τους προκαλεί μια γόνιμη
συζήτηση μαζί του, θέτοντάς του ανησυχίες, όνειρα, οράματα, προτάσεις,
σκέψεις, ιδέες, που σχετίζονται με την ύπαρξη και το μυστήριό της,
προβλήματα που απασχολούν και τους δύο συνομιλητές.
Η κοινωνικοπολιτική δομή της
πραγματικότητας, το υπαρξιακό αίνιγμα, και ο ήχος του Άγνωστου είναι
και βασικά και ουσιώδη θέματα αυτής της συνομιλίας στην οποία αξίζει
κανείς να λάβει μέρος. Όχι τόσο για να αντλήσει απαντήσεις, οι οποίες,
ούτως ή άλλως, δεν υπάρχουν, όσο για να διαπιστώσει τουλάχιστον το
πολυδιάστατο της Δημιουργίας, και, κυρίως, το αδιανόητο αν όχι και
ακατανόητο μυστήριό της, απ’ το οποίο αναφύονται και αναπαράγονται
πλήθος άλλα που απλώς το επιβεβαιώνουν, επειδή, «Φύσις κρύπτεσθε
φιλεί», όπως το επισήμανε εύστοχα ο Ηράκλειτος∙ και μέχρι στιγμής
ουδείς έχει εισχωρήσει στο μυστικό της άδυτο.
Τα διηγήματα της Καίτης Βασιλάκου, με
την ερεθιστική πολυφωνία τους και την ποικιλία των προβληματισμών τους
δεν ενεργοποιούν μόνο τη σκέψη, αλλά εμβαθύνουν στο προαναφερθέν
συμπαντικό μυστήριο της Δημιουργίας, θεωρώντας το με υπαρξιακή οπτική.
Στη θεματική της η σύγχρονη ηλεκτρονική εποχή συναντάται με τον
αρχέγονο μύθο, το θρύλο, το παραμύθι, χρησιμοποιώντας το εξωτερικό
παραδοσιακό ένδυμά τους ως πρόσχημα, για να ρίξει ένα τολμηρό, ενίοτε
μάλιστα και αναρχικό βλέμμα, στο πολυεπίπεδο της Ζωής και στην
υπαρξιακή της διάσταση.
Το εναρκτήριο διήγημα της συλλογής της,
ο τίτλος του οποίου και την ονοματίζει, προσυπογράφει τα προλεχθέντα.
Σε ένα παρακμιακό μέλλον, παρ’ όλη την επιφανειακή
επιστημονική-τεχνολογική πρόοδο, ο τέταρτος κλώνος της Μέριλιν Μονρόε,
αρχίζει σταδιακά να διαφοροποιείται, να μεταλλάσσεται και να αποκτά τα
ψυχοσωματικά χαρακτηριστικά του αρχικού πρωτότυπου. Το θαύμα της
«ανθρωποποίησής» της οφείλεται στον έρωτα. Το αλλόκοτο αυτό γεγονός,
όμως, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα οικονομικά συμφέροντα της
Εταιρίας Θεάματος η οποία την κλωνοποίησε, μεταμρφώνοντά την σε άβουλο,
υπάκουο πιόνι, προκειμένου να εκμεταλλεύεται το διάσημο κινηματογραφικό
αστέρι. Αντανάκλαση του γενικότερου απάνθρωπου κοινωνικοπολιτικού
συστήματος, η σκιαγράφηση του οποίου υπονοεί έναν σύγχρονο
ολοκληρωτισμό, η αποτυχία του πειράματος δεν στιγματίζει μόνο, μέσω της
εν λόγω ανατριχιαστικής ενέργειας-πράξης, τον απεχθή, αποκρουστικό ρόλο
των Κέντρων Εξουσίας-Εκμετάλλευσης του «προϊόντος», είτε αυτό είναι ένα
αμφίβολης ποιότητας καλλυντικό είτε ένας άνθρωπος, αλλά γενικότερα το
αντιουτοπικό αύριο στο οποίο ο κάτοικός του δεν είναι παρά αναλώσιμο
είδος-πράγμα-αντικείμενο.
Κάτι ανάλογο, υπό το πρόσχημα μιας
επίσης φανταστικής ιστορίας, συμβαίνει και στο επόμενο διήγημα, «Η
σχεδιάστρια». Πρόκειται για μια ανάπηρη γυναίκα, η οποία έχοντας
απόλυτη επίγνωση του προβληματικού αν όχι και αποτυχημένου κόσμου,
εκκινώντας απ’ την δική της αναπηρία την οποία αυτός ο «θαυμαστός νέος
κόσμος» αδυνατεί να θεραπεύσει, επαναδημιουργεί την πραγματικότητα με
τις δυνατότητες της φαντασίας. Και εκεί, μέσα στο όνειρο, θα βιώσει μια
παραμυθένια ζωή σε έναν μυθικό παράδεισο. Όταν, όμως, το όνειρο αρχίζει
να εμφανίζει ρωγμές, που έχουν ως αποτέλεσμα την απώλεια της αθωότητας,
οι επινοημένοι «πρωτόπλαστοι» αρχίζουν να αποκτούν υλική υπόσταση,
σάρκα και οστά, να γίνονται δηλαδή άνθρωποι∙ για να χαθούν, φυσικά,
μέσα στη φρίκη της ωμής πραγματικότητας.
Στο «Collapsus”, που ακολουθεί, ο
άνθρωπος εμφανίζεται όχι ως το θησαυροφυλάκιο των πολύτιμων αναμνήσεών
του, αλλά υπόδουλος των απωθημένων του. Το δηλητήριό τους δεν
καταστρέφει μόνο τα κοσμήματα της μνήμης, αλλά και τον ίδιο τον άνθρωπο
ως ψυχοσωματική οντότητα. Κι έτσι, απογυμνωμένος, υπόδουλος του
αλλοτριωμένου εαυτού του, δεν είναι σε θέση πλέον να συνειδητοποιήσει
την εφιαλτική σημασία επικίνδυνων παιχνιδιών στα οποία εμπλέκεται και
των οποίων η λειτουργία σηματοδοτεί την έλευση ενός βιβλικού
Αρμαγεδώνος ή ενός τρομαχτικού σεισμού.
Το εξαιρετικά ενδιαφέρον δείγμα
ανθρώπου, ωστόσο, με ό,τι γνωστό ή άγνωστο, αναγνώσιμο ή κρυπτικό τον
συνιστά και τον χαρακτηρίζει, το προσλαμβάνει ο αναγνώστης από το
διήγημα, «Ο Ορφέας στον Άδη». Ο κλασικός μύθος περί τον ιδανικό εραστή,
ο οποίος κατέρχεται στον Άλλο Κόσμο εκπορθώντας τις Πύλες του Άδη
προκειμένου να επαναφέρει στη ζωή την αγαπημένη του Ευρυδίκη, εδώ
απεκδυμένος απ’ το μυθικό του περίβλημα, παρουσιάζει τον άνθρωπο στις
σωστές(;) γήινες διαστάσεις του. Όταν διαπιστώνει το μάταιο της πράξης
του –αυτή θα ανήκει πάντα σε έναν άλλο, κι αυτός θα είναι υποχρεωμένος
να υφίσταται όχι μόνο την απώλεια ενός έρωτα στον οποίο ουδέποτε
συμμετείχε, αλλά τον εφιάλτη του προδομένου και, κυρίως, την θλιβερή
ερημιά του– τότε, με απόλυτη συνείδηση της πράξης του, κάνει την κίνηση
που την επισφραγίζει.
Πολύ πιο αιχμηρός, ρεαλιστής, και ως
νοήμον πλάσμα που επιβεβαιώνει την υπαρξιακή σημασία της σκέψης του,
εμφανίζεται ο άνθρωπος στο διήγημα, «Τα Αποπαίδια». Τα οποία, βέβαια,
κάθε άλλο παρά τέτοια είναι, εφ’ όσον χρησιμοποιούν την προαναφερθείσα
σκέψεις τους, προκειμένου να αποκαθηλώσουν στερεότυπα και να
εμβαθύνουν, όσο τους είναι δυνατόν, στη σημασία της πραγματικότητας που
τους δόθηκε ή στην οποία βρέθηκαν ερήμην τους. Όπως και ιδρυτής της
χριστιανικής θρησκείας. Αυτός, βέβαια, το έκανε «από αγάπη προς τον
δεινοπαθούντα άνθρωπο». Αλλά βιώνοντας την προαναφερθείσα
πραγματικότητά του με τον πλέον κτηνώδη και τερατώδη τρόπο, φρόντισε να
αναχωρήσει, υποσχόμενος να επιστρέψει. Έκτοτε, όμως, έχουν περάσει περί
τα δυόμισι χιλιάδες χρόνια και δεν αποφασίζει να τηρήσει την υπόσχεσή
του. Γεγονός που, αν μη τι άλλο, ισχυροποιεί τον ανθρώπινο σκεπτικισμό,
εκτρέποντάς τον σε όλο και πιο αναρχικές περιοχές.
Στο ίδιο φιλοσοφικό πνεύμα κινούνται
και τα άλλα διηγήματα της συλλογής. Οι γοητευτικές ιστορίες της, υπό το
πρόσχημα της γραφικής μυθολογίας τους και της δεξιοτεχνικής γραφής
τους, ενεργοποιούν τη σκέψη, καταθέτουν άποψη και υπαρξιακό
προβληματισμό. Και είναι αυτό ακριβώς το προσόν του εν λόγω ερεθιστικού
και συναρπαστικού βιβλίου που κερδίζει τον αναγνώστη, ο οποίος
συνεχίζει τη συνομιλία μαζί του και μετά το πέρας της ανάγνωσής του.Καίτη Βασιλάκου
Ο τέταρτος κλώνος
Διηγήματα - Εκδόσεις «Αίολος» 2011 Book Press
Ο τέταρτος κλώνος
Διηγήματα - Εκδόσεις «Αίολος» 2011 Book Press
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου