Έχω πολύ καιρό να γράψω ποίηση αλλά με τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα,
με τις καθημερινές περγαμηνές στα χέρια κι τις χιλιάδες ενδιαφέρουσες
γνώμες για τον πολιτικό ζόφο που εκτυλίσσεται εντός μας κι εκτός μας,
αφήνω προς το παρόν τους στίχους να φωλιάζουν στο σκοτεινό θυμικό κι να
καταπιαστώ με αυτά που προβληματίζουν όλους τους κατοίκους αυτής της
μικροσκοπικής χώρας που ανέκαθεν δανειζόταν, ήταν υπάκουη σε εντολές
άνωθεν, δουλοπρεπής στους κατακτητές της, αμέριμνη για τον φυσικό της
πλούτο κι τον κλεμμένο αρχαίο πολιτισμό της που τον καπηλεύεται
ακόμα κι
σήμερα έχοντάς τον άλλοθι για να μην καταρρεύσει κάτω απ’ την
ασημαντότητά της.
Πέρασα λοιπόν από στίχους που μ’ αρέσουν: Πλαθ, Σεθ, Μπλέικ ενώ για
μια ακόμα φορά στάθηκα αδιάφορος μπροστά στον ανδροβλαβή Καβάφη, στην
χλόη του Ελύτη, στον ξύλινο Σεφέρη, στην ψεύτικη γλώσσα του Καζαντζάκη.
Πέρασε η ματιά μου στα λυρικά κείμενα του Ντάρελ, στον Άπντάικ, στα
Ανεμοδαρμένα Ύψη κι στην Βιρτζίνια Γουλφ, στον αγαπημένο Τζόυς κι στα
εφηβικά διαβάσματα του Μίκα Βαλτάρι κι του Τομ Ρόμπινς· κείμενα σκληρά
γεμάτα πίκρα κι ματαιότητα αλλά κι προτάσεις με χιούμορ, γεμάτες ζωή κι
χαρά, προπάντων χαρά που επαναφέρει την ξεγνοιασιά των παιδικών χρόνων,
την σιγουριά της αθανασίας, την ανεμελιά κι τα παιχνίδια των φύλων
χωρίς ταμπού.
Πίσω στην Ψωροκώσταινα, το τοπίο παραμένει θολό κι μπερδεμένο,
μνημονιακοί έχουν βγάλει τα σπαθιά των δημοσίων σχέσεων κι
περιδιαβαίνουν τα social media με σκοπό την όσο γίνεται αναίμακτη
προπαγάνδα υπέρ της κυβερνητικής πολιτικής κι των νεοφιλελεύθερων εξόδων
απ’ την κρίση, οι αντιμνημονιακοί κρατούν τα λάβαρα της μοναδικής
αλήθειας κι επιχειρηματολογούν επί πάντων κι αοράτων να πεισθούν κι να
πείσουν ότι ο τρόμος έχει εγκατασταθεί σε ρίζες κι αετώματα, ένας
πυκνός κουρνιαχτός που αποκαλύπτει λιγνές φιγούρες, βασανισμένο θυμικό,
κατατρεγμό κι μπερδεμένο οίστρο, η απάντηση στην λύση είναι πολύ
σύνθετη, ενέχει παγίδες κι διαστρεβλώσεις, χρόνιες αγκυλώσεις κι πολλά
ονόματα.
Δομές κι νοοτροπίες που έπρεπε να αλλάξουν όλες αυτές τις δεκαετίες
της Μεταπολίτευσης δεν παρέδωσαν έργο αλλά λεβεντοβαλκανική αμετροέπεια,
επίδειξη ευτελούς αρχαιοελληνικού μεγαλείου, την ριζωμένη ακόμα
πεποίθηση ότι θα πάρουμε πίσω τις μεγάλες πατρίδες, παϊδάκια κι
μπουζούκια, φιλοσοφία κι μίσος για τον διπλανό, σιγουριά κατοχής της
μοναδικής αλήθειας κι μυστικιστική επαγρύπνηση επί παντός επιστητού, το
συντριπτικό ποσοστό των Ελλήνων κρύβονται στα σπίτια τους παρέα με
μιζέρια, κουτοπονηριά κι μύχια ελπίδα ότι θα πάρουν πίσω τα κλεμμένα, οι
χρυσαυγίτες θα μπουν στην Βουλή κι εμείς αναλωνόμαστε ακόμα στο
«μπάτσοι-γουρούνια-δολοφόνοι».
Η αλήθεια κατά την γνώμη μου βρίσκεται κάπου στη μέση,
αντιεξουσιαστικές ατάκες κρύβονται σε υπόγεια κι στον κλεφτοπόλεμο στα
σοκάκια των Εξαρχείων, η πόλη ζει στιγμές ουτοπικών οραμάτων κι
μπερδεμένων καυκάσιων θεσμών, ο καθένας προσπαθεί να δώσει τον ορισμό
της καταστροφολογίας κι των χρόνιων λαθεμένων κεκτημένων, τα κόμματα της
λεγόμενης Αριστεράς συνένοχοι στο φαγοπότι των επιχορηγήσεων, του
φονταμενταλιστικού λαϊκισμού κι των υποσχέσεων για περισσότερα λεφτά,
μπερδεμένη τεχνηέντως αγωνιστική αγανάκτιση για περισσότερα λάφυρα αφού ο
υπερδανεισμός, η ατιμωρησία των φοροφυγάδων κι η πλανεύτρα καλοπέραση
δημιούργησαν την ευειδή φούσκα των ονείρων.
Προσωπικά όλο αυτό το γλέντι των δανείων, η αισθητική της δεκαετίας
του ’50, τα οθωμανικά κατάλοιπα σε σκέψεις κι πράξεις, τα έβλεπα από την
δεκαετία του ’80 να υπερτερούν, πασοκοφασισμός, δουλοπρέπεια κι
συνδικαλιστικό μένος σε δημόσιες υπηρεσίες κι σκοτεινές πλευρές σε
καρναβάλια κι βεγγέρες, φωνακλάδικα ημίμετρα κι υστερία παντού, απουσία
μελέτης, παπαδίστικη φιλανθρωπία κι χριστιανικά συνθήματα για στοργικό
ευνουχισμό της γυναικείας αγκαλιάς, ομοφοβία κι κράξιμο απέναντι στο
διαφορετικό, απουσία χιούμορ κι κομματόσκυλα ατάραχα στον θρόνο τους,
θρήνοι κι ψεύτικα κάστρα εν ονόματι της δημοκρατίας πάντα, φοβισμένος κι
ηττοπαθής κοσμάκης, δεισιδαίμων κι φαλλοκράτης.
Γιατί τα γράφω όλα αυτά; Διότι είμαι πεπεισμένος ότι οι περισσότεροι
δεν δίνουν δεκάρα για τον πολιτισμό της καθημερινότητας, είμαστε λίγοι
κι πολύ μόνοι, αυτοί που αντιλαμβανόμαστε την έκπτωση, την εμφυλιακή
φαγωμάρα, τα εφηβικά σκιρτήματα που μας κρατούν ζωντανούς, την
απενοχοποίηση των παρελθοντικών διλημμάτων, την ανιδιοτέλεια σε
οποιαδήποτε συναλλαγή, την πεποίθηση ότι αποζητούμε έναν καλύτερο
δημοκρατικό κόσμο χωρίς μίσος κι εύθικτο σπαραγμό. Ξαναγυρίζω στα
ποιήματα, στην στιγμιαία ευτυχία, στους φίλους μου που με μαλώνουν αλλά
που μ’ αγαπούν, στην ελπίδα ότι θα τιθασεύσω τους εφιάλτες μου, την
χρόνια πάλη μου με την εκδικητικότητα των ανθρώπων, την θλίψη για την
ελληνική μου ταυτότητα. theelfatbay.net
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου